Konstruktoj në greqisht
Përkthim: konstruktoj, Fjalor: shqip » greqisht
Gjuha burim:
shqip
Gjuha e synuar:
greqisht
Përkthime:
κάνω, χτίζω, μπόι, κορμοστασιά, κατασκευάζω, φτιάχνω, ανάστημα, εξαναγκάζω, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί
Fjalë të ngjashme
Gjuhë të tjera
Fjalë të ngjashme: konstruktoj
konstruktoj fjalor gjuhësor greqisht, konstruktoj në greqisht
Përkthime
- konkuroj në greqisht - διαγωνίζομαι, συναγωνίζομαι, ανταγωνίζονται, ανταγωνιστεί, ανταγωνιστούν, ανταγωνισμό, ανταγωνίζεται
- konkurs në greqisht - συναγωνισμός, διαγωνισμός, ανταγωνισμός, ανταγωνισμού, ανταγωνισμό, του ανταγωνισμού, τον ανταγωνισμό
- kontabiliteti në greqisht - λογιστική, λογιστικών, λογιστικής, λογιστικές, λογιστικά
- kontinenti në greqisht - ήπειρος, ήπειρο, ηπείρου, ήπειρό, της ηπείρου
Fjalë të rastësishme
Konstruktoj në greqisht - Fjalor: shqip » greqisht
Përkthime: κάνω, χτίζω, μπόι, κορμοστασιά, κατασκευάζω, φτιάχνω, ανάστημα, εξαναγκάζω, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί
Përkthime: κάνω, χτίζω, μπόι, κορμοστασιά, κατασκευάζω, φτιάχνω, ανάστημα, εξαναγκάζω, κατασκευή, κατασκευάσουν, κατασκευάσει, την κατασκευή, κατασκευαστεί