Ndaloj në greqisht
Përkthim: ndaloj, Fjalor: shqip » greqisht
Gjuha burim:
shqip
Gjuha e synuar:
greqisht
Përkthime:
καθυστερώ, κρατώ, απαγορεύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
Fjalë të ngjashme
Gjuhë të tjera
Fjalë të ngjashme: ndaloj
ndaloj fjalor gjuhësor greqisht, ndaloj në greqisht
Përkthime
- ndahem në greqisht - παραιτούμαι, σταματώ, διαζύγιο, φεύγω, παρατάω, αντίο, αποχαιρετισμός, ...
- ndaj në greqisht - ιδιαίτερος, χωριστός, χωρίζω, διχάζω, ξεχωριστός, διαιρώ, επί, ...
- ndarje në greqisht - χωρισμός, διαζύγιο, διαίρεση, διαχωρισμός, διχασμός, μεραρχία, τμήμα, ...
- nder në greqisht - τιμώ, τιμή, τιμήν, τιμής, την τιμή, τιμή να
Fjalë të rastësishme
Ndaloj në greqisht - Fjalor: shqip » greqisht
Përkthime: καθυστερώ, κρατώ, απαγορεύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει
Përkthime: καθυστερώ, κρατώ, απαγορεύω, στάση, σταματήσει, σταματήσετε, σταματήσουν, να σταματήσει