Zakon në greqisht
Përkthim: zakon, Fjalor: shqip » greqisht
Gjuha burim:
shqip
Gjuha e synuar:
greqisht
Përkthime:
ιθύνω, κανόνας, έθιμο, βασιλεύω, έξη, αποφασίζω, συνήθεια, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένες, προσαρμοσμένα
Fjalë të ngjashme
Gjuhë të tjera
Fjalë të ngjashme: zakon
zakon o parničnom postupku, zakon o pdv, zakon o javnim nabavkama, zakon o privrednim drustvima, zakon o radu, zakon fjalor gjuhësor greqisht, zakon në greqisht
Përkthime
- yti në greqisht - σας, δικός σας, δικό σου, δική σας, δικά σας, δικό σας
- zagar në greqisht - σκύλος, κυνηγώ, καταδιώκω, λαγωνικό, κυνοδρομίες, κυνοδρομιών, λαγωνικών, ...
- zakonisht në greqisht - συνήθως, που συνήθως, κανόνα
- zambak në greqisht - κρίνος, κρίνο, κρίνου, κρίνων, νούφαρο
Fjalë të rastësishme
Zakon në greqisht - Fjalor: shqip » greqisht
Përkthime: ιθύνω, κανόνας, έθιμο, βασιλεύω, έξη, αποφασίζω, συνήθεια, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένες, προσαρμοσμένα
Përkthime: ιθύνω, κανόνας, έθιμο, βασιλεύω, έξη, αποφασίζω, συνήθεια, προσαρμοσμένη, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένες, προσαρμοσμένα