Прыходзiць на грэцкай
Пераклад: прыходзiць, Слоўнік: беларуская » грэцкая
Зыходная мова:
беларуская
Мова перакладу:
грэцкая
Пераклады:
χτυπώ, κάνω, στενά, πετυχαίνω, ρέω, ροή, διαδραματίζω, παίρνω, αρμόζω, εξαναγκάζω, έρχομαι, φτάνω, βαρώ, πέρασμα, κατασκευάζω, φθάνω, έρχεται, προέρχεται, πρόκειται, βγαίνει, αφορά
Словы з сходным значэннем
Іншыя мовы
Словы з сходным значэннем: прыходзiць
прыходзiць слоўнік мовы грэцкая, прыходзiць на грэцкай
Пераклады
- прынасiць на грэцкай - αποκτώ, υποφέρω, προξενώ, μεταφορά, παραδίνω, κάνω, γεννώ, ...
- прыстань на грэцкай - διαδραματίζω, κατασκευάζω, λιμάνι, στενά, βαρώ, απολαβή, χαρτόσημα, ...
- птушка на грэцкай - πτηνό, πουλί, κόμματος, πτηνών, πουλιών, των πτηνών
- пускаць на грэцкай - προέρχομαι, παύση, άμπωτη, υποχωρώ, ας, αφήστε, αφήσει, ...
Выпадковыя словы
Прыходзiць на грэцкай - Слоўнік: беларуская » грэцкая
Пераклады: χτυπώ, κάνω, στενά, πετυχαίνω, ρέω, ροή, διαδραματίζω, παίρνω, αρμόζω, εξαναγκάζω, έρχομαι, φτάνω, βαρώ, πέρασμα, κατασκευάζω, φθάνω, έρχεται, προέρχεται, πρόκειται, βγαίνει, αφορά
Пераклады: χτυπώ, κάνω, στενά, πετυχαίνω, ρέω, ροή, διαδραματίζω, παίρνω, αρμόζω, εξαναγκάζω, έρχομαι, φτάνω, βαρώ, πέρασμα, κατασκευάζω, φθάνω, έρχεται, προέρχεται, πρόκειται, βγαίνει, αφορά