Úplatkářství v řečtině

Překlad: úplatkářství, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ξεμαύλισμα, δεκασμός, μπολιάζω, μόσχευμα, δωροδοκία, διαφθορά, εκμαυλισμός, λάδωμα, μαύλισμα, δωροδοκίας, της δωροδοκίας, τη δωροδοκία, η δωροδοκία
Úplatkářství v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: úplatkářství

aktivní úplatkářství, definice úplatkářství, nepřímé úplatkářství, pasivní úplatkářství, trestání úplatkářství, úplatkářství jazykový slovník řečtina, úplatkářství v řečtině

Překlady

  • úplata v řečtině - σκέψη, σεβασμός, αμοιβή, αμοιβής, αποδοχών, αποδοχές, αμοιβές
  • úplatkářský v řečtině - διαφθείρω, εκμαυλίζω, αλλοιώνω, ξεμαυλίζω, αργυρώνητος, εξαγοραζόμενος, venal, ...
  • úplatný v řečtině - εκμαυλίζω, ξεμαυλίζω, διαφθείρω, αλλοιώνω, δεκάσιμος, εξαγοραζόμενος, φθαρτό, ...
  • úplavice v řečtině - δυσεντερία, δυσεντερίας, δυσεντερίας των, η δυσεντερία, της δυσεντερίας
Náhodná slova
Úplatkářství v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ξεμαύλισμα, δεκασμός, μπολιάζω, μόσχευμα, δωροδοκία, διαφθορά, εκμαυλισμός, λάδωμα, μαύλισμα, δωροδοκίας, της δωροδοκίας, τη δωροδοκία, η δωροδοκία