Dochvilnost v řečtině
Překlad: dochvilnost, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
συνέπεια, ακρίβεια, την ακρίβεια, χρονική ακρίβεια, χρονική συνέπεια, η ακρίβεια
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: dochvilnost
citáty dochvilnost, dochvilnost abz, dochvilnost anglicky, dochvilnost antonyma, dochvilnost co to je, dochvilnost jazykový slovník řečtina, dochvilnost v řečtině
Překlady
- dobývání v řečtině - εργαζόμενος, λατομεία, λατομείων, λατομικές, εξόρυξη, λατομικές δραστηριότητες
- dobře v řečtině - σωστός, ψιλή, πρόστιμο, αγαθός, αίθριος, πηγάδι, φίνος, ...
- dochvilný v řečtině - συνεπής, ακριβής, έγκαιρη, εμπρόθεσμη, ακριβή, συνεπείς
- dochvilně v řečtině - στην ώρα, εγκαίρως, στην ώρα του, εμπρόθεσμα, ώρα του
Náhodná slova
Dochvilnost v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: συνέπεια, ακρίβεια, την ακρίβεια, χρονική ακρίβεια, χρονική συνέπεια, η ακρίβεια
Překlady: συνέπεια, ακρίβεια, την ακρίβεια, χρονική ακρίβεια, χρονική συνέπεια, η ακρίβεια