Experimentování v řečtině
Překlad: experimentování, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
πειραματισμός, πειραματισμό, πειραματισμού, πειραματισμούς, τον πειραματισμό
Jiné jazyky
Příbuzná slova: experimentování
experimentování antonyma, experimentování gramatika, experimentování křížovka, experimentování pravopis, experimentování s drogami, experimentování jazykový slovník řečtina, experimentování v řečtině
Překlady
- experiment v řečtině - πειραματίζομαι, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
- experimentovat v řečtině - πειραματίζομαι, πείραμα, πειράματος, το πείραμα, του πειράματος, πειράματα
- experimentální v řečtině - δοκιμαστικός, πειραματικός, πειραματική, πειραματικές, πειραματικά, πειραματικό
- expertiza v řečtině - πραγματογνωμοσύνη, Εμπειρογνωμοσύνη, εξειδίκευσης, Τεχνογνωσία, Εξειδίκευση
Náhodná slova
Experimentování v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: πειραματισμός, πειραματισμό, πειραματισμού, πειραματισμούς, τον πειραματισμό
Překlady: πειραματισμός, πειραματισμό, πειραματισμού, πειραματισμούς, τον πειραματισμό