Odhodlaný v řečtině
Překlad: odhodlaný, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
σκόπιμος, αποφασισμένος, εδραίος, σταθερός, εταιρία, καθορίζεται, προσδιορίζεται, καθοριστεί, προσδιορίζονται, προσδιοριστεί
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: odhodlaný
odhodlaný anglicky, odhodlaný antonyma, odhodlaný gramatika, odhodlaný křížovka, odhodlaný pravopis, odhodlaný jazykový slovník řečtina, odhodlaný v řečtině
Překlady
- odhodit v řečtině - απορρίπτω, ρίχνω, τάφρος, ξεφορτώνομαι, χαντάκι, εξακοντίζω, πετώ, ...
- odhodlanost v řečtině - λύνω, αποφασίζω, αποφασιστικότητα, διευθετώ, προσδιορισμός, καθορισμός, προσδιορισμό, ...
- odhodlaně v řečtině - σφικτά, σταθερά, ακράδαντα, αποφασιστικά, αποφασιστικότητα, με αποφασιστικότητα, σθεναρά, ...
- odhodlání v řečtině - αποφασίζω, διευθετώ, αποφασιστικότητα, λύνω, επίλυση, επιλύσει, την επίλυση, ...
Náhodná slova
Odhodlaný v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: σκόπιμος, αποφασισμένος, εδραίος, σταθερός, εταιρία, καθορίζεται, προσδιορίζεται, καθοριστεί, προσδιορίζονται, προσδιοριστεί
Překlady: σκόπιμος, αποφασισμένος, εδραίος, σταθερός, εταιρία, καθορίζεται, προσδιορίζεται, καθοριστεί, προσδιορίζονται, προσδιοριστεί