Osobní v řečtině

Překlad: osobní, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
αποχωρητήριο, μυημένος, υποκειμενικός, προσωπικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές
Osobní v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: osobní

osobní antonyma, osobní automobil, osobní bankrot, osobní dopis, osobní dopis vzor, osobní jazykový slovník řečtina, osobní v řečtině

Překlady

  • osobitý v řečtině - παράξενος, παράδοξος, ατομικός, άτομο, διακριτικός, διακριτικό, διακριτικού, ...
  • osobnost v řečtině - αριθμός, ατομικότητα, χαρακτήρας, προσωπικότητα, πρόσωπο, προσωπικότητας, προσωπικότητά, ...
  • osobně v řečtině - προσωπικά, προσωπική, προσωπικώς, προσωπικές
  • osolit v řečtině - αλάτι, αλατισμένος, αλατισμένα, αλατισμένο, παστά, αλατισμένα ή
Náhodná slova
Osobní v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: αποχωρητήριο, μυημένος, υποκειμενικός, προσωπικός, προσωπική, προσωπικών, προσωπικά, προσωπικές