Pečení v řečtině

Překlad: pečení, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καβουρδίζω, ψήνω, καβουρντίζω, φουρνιά, κατσάδα, ψήσιμο, ψησίματος, το ψήσιμο, αρτοποιίας, σόδα
Pečení v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: pečení

forma na pečení, formy na pečení, hry vaření, pečení antonyma, pečení bez mouky, pečení jazykový slovník řečtina, pečení v řečtině

Překlady

  • pevný v řečtině - αυστηρός, απτόητος, πρόστυχος, άτεγκτος, ογκώδης, στενός, απόδειξη, ...
  • pevně v řečtině - γρήγορος, σταθερά, σταθερός, εδραίος, ακράδαντα, γρήγορα, σφικτά, ...
  • pečetit v řečtině - βούλα, φώκια, Σφράγιση, στεγανοποίησης, Τσιμούχες, σφράγισης, Στεγανοποίηση
  • pečetění v řečtině - σφράγιση, σφράγισης, στεγανοποίησης, στεγανοποίηση, σφραγίσεως
Náhodná slova
Pečení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καβουρδίζω, ψήνω, καβουρντίζω, φουρνιά, κατσάδα, ψήσιμο, ψησίματος, το ψήσιμο, αρτοποιίας, σόδα