Posílit v řečtině
Překlad: posílit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
καρδαμώνω, εδραιώνω, εμπεδώνω, ενισχύω, ενδυναμώνω, ενισχύσει, να ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχυθεί, την ενίσχυση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: posílit
posílit antonyma, posílit břicho, posílit břišní svaly, posílit gramatika, posílit imunitu, posílit jazykový slovník řečtina, posílit v řečtině
Překlady
- posypat v řečtině - πασπάλισμα, ραντίζω, πασπαλίζω, πούδρα, ψιχαλίζω, καταβρέχω, πασπαλίζουμε, ...
- posílat v řečtině - στέλνω, στείλετε, στείλτε, στείλει, να στείλετε, αποστείλει
- potah v řečtině - κουβέρτα, σκεπάζω, στρώση, παλτό, ομάδα, επικάλυμμα, επικάλυψης, ...
- potenciometr v řečtině - ποτενσιόμετρο, ποτενσιόμετρου, το ποτενσιόμετρο, ποτενσιομέτρου, του ποτενσιόμετρου
Náhodná slova
Posílit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: καρδαμώνω, εδραιώνω, εμπεδώνω, ενισχύω, ενδυναμώνω, ενισχύσει, να ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχυθεί, την ενίσχυση
Překlady: καρδαμώνω, εδραιώνω, εμπεδώνω, ενισχύω, ενδυναμώνω, ενισχύσει, να ενισχύσει, ενισχύσουν, ενισχυθεί, την ενίσχυση