Seřídit v řečtině

Překlad: seřídit, Slovník: čeština » řečtina

Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ρυθμίζω, τοποθετώ, καθορισμένος, προσαρμόζω, προσαρμόσει, ρυθμίστε, προσαρμόσετε, ρυθμίσετε, προσαρμόστε
Seřídit v řečtině
Příbuzná slova
Jiné jazyky

Příbuzná slova: seřídit

seřídit antonyma, seřídit brano, seřídit gramatika, seřídit křížovka, seřídit lyže, seřídit jazykový slovník řečtina, seřídit v řečtině

Překlady

  • seřezat v řečtině - μαστιγώνω, σχιστόλιθος, σχιστόλιθο, πλάκα, σχιστόλιθου, ο σχιστόλιθος
  • seřizovat v řečtině - ρυθμίζω, καθορισμένος, προσαρμόζω, τοποθετώ, προσαρμοσμένο, προσαρμοσμένη, αναπροσαρμοσμένη, ...
  • seřízení v řečtině - κανονισμός, ρύθμιση, σύνθεση, περιβάλλον, καθορισμό, ρύθμισης
  • seříznout v řečtině - κομψός, κλαδεύω, κουρεύω, ψαλιδίζω, φέτα από, τεμαχίστε από, τεμαχίστε από την
Náhodná slova
Seřídit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ρυθμίζω, τοποθετώ, καθορισμένος, προσαρμόζω, προσαρμόσει, ρυθμίστε, προσαρμόσετε, ρυθμίσετε, προσαρμόστε