Vtělení v řečtině
Překlad: vtělení, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ενσάρκωση, ενσάρκωσης, ενσάρκωσή, την ενσάρκωση, σάρκωση
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vtělení
vtělení andělé, vtělení antonyma, vtělení boha, vtělení boha višnu, vtělení boha višnua, vtělení jazykový slovník řečtina, vtělení v řečtině
Překlady
- vtok v řečtině - εισροή, εισαγωγή, πρόσληψη, εισαγωγής, πρόσληψης, λήψη
- vtrhnout v řečtině - εισβάλλω, εισβάλουν, εισβάλλουν, εισβάλει, εισβάλλει, εισβολή
- vtělit v řečtině - ενσωματώνω, συσσωματώνω, ενσαρκώνω, εκφράζω, ενσαρκωμένος, ενσαρκωμένη, ενσαρκωμένο, ...
- vtěsnat v řečtině - στριμώχνω, ζουλώ, στύβω, σφίξιμο, συμπίεση, συμπίεσης, συμπίεση των, ...
Náhodná slova
Vtělení v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ενσάρκωση, ενσάρκωσης, ενσάρκωσή, την ενσάρκωση, σάρκωση
Překlady: ενσάρκωση, ενσάρκωσης, ενσάρκωσή, την ενσάρκωση, σάρκωση