Vyšlehnout v řečtině
Překlad: vyšlehnout, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
ξεπετάγομαι, εξάπτομαι, φουντώνουν, αναζωπυρωθούν, παρουσιάζει εξάρσεις κατά, να παρατηρηθεί έξαρση
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: vyšlehnout
vyšlehnout antonyma, vyšlehnout gramatika, vyšlehnout křížovka, vyšlehnout pravopis, vyšlehnout synonymum, vyšlehnout jazykový slovník řečtina, vyšlehnout v řečtině
Překlady
- vyšlapaný v řečtině - κοινότυπος, τετριμμένος, ξυλοδαρμό, ξυλοκοπήθηκε, χτυπημένο, χτυπημένα, ηττηθεί
- vyšlapat v řečtině - βουνό, όρος, αυξάνομαι, ανεβαίνω, αναρριχώμαι, σκαρφαλώνω, παρακολουθείτε, ...
- vyšroubovat v řečtině - ξεβιδώστε, ξεβιδώσει, ξεβιδώσετε, ξεβιδώνετε
- vyšvihnout v řečtině - κάβα, προβάλλει τον εαυτό της, να προβληθεί, προβάλλει τον εαυτό, προβάλει, προβάλει στο
Náhodná slova
Vyšlehnout v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: ξεπετάγομαι, εξάπτομαι, φουντώνουν, αναζωπυρωθούν, παρουσιάζει εξάρσεις κατά, να παρατηρηθεί έξαρση
Překlady: ξεπετάγομαι, εξάπτομαι, φουντώνουν, αναζωπυρωθούν, παρουσιάζει εξάρσεις κατά, να παρατηρηθεί έξαρση