Zpeněžit v řečtině
Překlad: zpeněžit, Slovník: čeština » řečtina
Zdrojový jazyk:
čeština
Cílený jazyk:
řečtina
Překlady:
υλοποιούμαι, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
Příbuzná slova
Jiné jazyky
Příbuzná slova: zpeněžit
zpeněžit anglicky, zpeněžit antonyma, zpeněžit gramatika, zpeněžit křížovka, zpeněžit pravopis, zpeněžit jazykový slovník řečtina, zpeněžit v řečtině
Překlady
- zoufat v řečtině - απόγνωση, απελπισία, απελπισίας, απόγνωσης, την απελπισία
- zpackat v řečtině - χάνω, κακοφτιάχνω, Μπανγκλ, Bungle, Τσαπατσουλιά, κάμνω ατεχνώς
- zpestřit v řečtině - ποικίλλω, παραλλάζω, ποικίλω, ποικίλλοντος
- zpevnit v řečtině - εμπεδώνω, διαβεβαιώνω, σκληραίνω, ενδυναμώνω, ενισχύω, επιβεβαιώνω, καρδαμώνω, ...
Náhodná slova
Zpeněžit v řečtině - Slovník: čeština » řečtina
Překlady: υλοποιούμαι, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει
Překlady: υλοποιούμαι, αντιλαμβάνομαι, συνειδητοποιούν, συνειδητοποιήσουμε, συνειδητοποιήσουν, συνειδητοποιήσει