Brist på græsk
Oversættelse: brist, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
φτιάξιμο, λάθος, ατέλεια, ελάττωμα, ψεγάδι, αποστατώ, ρωγμή, ελαττώματος, μειονέκτημα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: brist
brist antonymer, brist betydning, brist bi, brist efter fødsel, brist i håndleddet, brist sprog ordbog græsk, brist på græsk
Oversættelser
- bringe på græsk - φέρνω, φέρω, φέρει, να, θέτουν, φέρουν
- brint på græsk - υδρογόνο, υδρογόνου, του υδρογόνου, το υδρογόνο, όξινο
- briste på græsk - διχοτομία, μοίρα, ξέσπασμα, μοιράζω, ξεσπώ, έκρηξη, ριπή, ...
- bro på græsk - γεφυρώνω, γέφυρα, γέφυρας, γεφύρι, γεφυρών, της γέφυρας
Tilfældige ord
Brist på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: φτιάξιμο, λάθος, ατέλεια, ελάττωμα, ψεγάδι, αποστατώ, ρωγμή, ελαττώματος, μειονέκτημα
Oversættelser: φτιάξιμο, λάθος, ατέλεια, ελάττωμα, ψεγάδι, αποστατώ, ρωγμή, ελαττώματος, μειονέκτημα