Gå på græsk

Oversættelse: gå, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ταξιδεύω, βαδίζω, κινώ, κίνηση, μετακομίζω, πηγαίνω, σεργιανίζω, μάρτιος, περπατώ, σαλεύω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε
Gå på græsk
Relaterede ord
Andre Sprog

Relaterede ord: gå

at gå, baby gå, efterløn, fristet, gå antonymer, gå sprog ordbog græsk, gå på græsk

Oversættelser

  • gymnastik på græsk - γυμναστική, Γυμναστικής, τη γυμναστική, Γυμναστικά, η γυμναστική
  • gynækologi på græsk - γυναικολογία, γυναικολογίας, της γυναικολογίας, Gynecology, τη γυναικολογία
  • gåde på græsk - μυστήριο, μυστικός, αίνιγμα, απόρρητος, μυστικό, κοσκινίζω, γρίφος, ...
  • gård på græsk - αυλή, ερωτοτροπώ, προαύλιο, αγρόκτημα, δικαστήριο, εκμετάλλευση, αγροκτήματος, ...
Tilfældige ord
Gå på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ταξιδεύω, βαδίζω, κινώ, κίνηση, μετακομίζω, πηγαίνω, σεργιανίζω, μάρτιος, περπατώ, σαλεύω, πάω, πάει, πάτε, πηγαίνετε