Ild på græsk
Oversættelse: ild, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, εμπάθεια, φωτιά, απολύω, ζέστη, πυροβολώ, ζεσταίνω, θερμαίνω, λάμψη, φεγγοβολώ, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: ild
helvedes ild, ild antonymer, ild betydning, ild en farlig ven, ild i røret, ild sprog ordbog græsk, ild på græsk
Oversættelser
- igle på græsk - βδέλλα, βδέλλας, άθεο, βδέλλες, leech
- ikke på græsk - όχι, κανένας, δεν, μην, μη, που δεν
- ilde på græsk - κακά, άσχημα, φάουλ, αποκρουστική, κάνει φάουλ
- illusion på græsk - παραίσθηση, ψευδαίσθηση, αυταπάτη, ψευδαίσθησης, πλάνη
Tilfældige ord
Ild på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, εμπάθεια, φωτιά, απολύω, ζέστη, πυροβολώ, ζεσταίνω, θερμαίνω, λάμψη, φεγγοβολώ, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός
Oversættelser: πυρκαγιά, πυρακτώνομαι, εμπάθεια, φωτιά, απολύω, ζέστη, πυροβολώ, ζεσταίνω, θερμαίνω, λάμψη, φεγγοβολώ, πυρκαγιάς, φωτιάς, πυρός