Palindrom på græsk
Oversættelse: palindrom, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
παλίνδρομο, παλίνδρομη αλληλουχία, παλίνδρομου, παλίνδρομη, παλινδρομική αλληλουχία
Andre Sprog
Relaterede ord: palindrom
palindrom antonymer, palindrom artrit, palindrom betydning, palindrom damejer, palindrom dansk, palindrom sprog ordbog græsk, palindrom på græsk
Oversættelser
- padde på græsk - αμφίβιο, αμφιβίων, αμφιβίου, των αμφιβίων, αμφίβιου αεροπλάνου
- pakke på græsk - σωριάζω, τσουβαλιάζω, δεσμίδα, πακέτο, μάτσο, τράπουλα, δέσμη, ...
- palladium på græsk - παλλάδιο, παλλαδίου, το παλλάδιο, του παλλαδίου, παλλάδιου
- palme på græsk - φοίνικας, παλάμη, παλάμης, φοίνικα, φοίνικες, φοινικέλαιο
Tilfældige ord
Palindrom på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: παλίνδρομο, παλίνδρομη αλληλουχία, παλίνδρομου, παλίνδρομη, παλινδρομική αλληλουχία
Oversættelser: παλίνδρομο, παλίνδρομη αλληλουχία, παλίνδρομου, παλίνδρομη, παλινδρομική αλληλουχία