Råbe på græsk
Oversættelse: råbe, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
καλώ, κραυγάζω, κραυγή, κλήση, τηλεφωνώ, κλαίω, στριγκλίζω, στριγγλίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: råbe
råbe ad, råbe ad børn, råbe af børn, råbe antonymer, råbe betydning, råbe sprog ordbog græsk, råbe på græsk
Oversættelser
- rå på græsk - ωμός, ακατέργαστη, πρώτων, πρώτες, ακατέργαστο, των πρώτων
- råb på græsk - στριγκλίζω, κλήση, φωνάζω, κραυγή, στριγγλίζω, κατακραυγή, τηλεφωνώ, ...
- råd på græsk - δήμος, καμαρίλα, συμβουλή, συμβούλιο, συμβουλεύω, συμβουλές, συμβουλών, ...
- råde på græsk - συμβουλεύω, καμαρίλα, συνιστώ, συμβουλεύει, συμβουλεύσει, συμβουλεύουν, συμβουλεύουμε
Tilfældige ord
Råbe på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: καλώ, κραυγάζω, κραυγή, κλήση, τηλεφωνώ, κλαίω, στριγκλίζω, στριγγλίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα
Oversættelser: καλώ, κραυγάζω, κραυγή, κλήση, τηλεφωνώ, κλαίω, στριγκλίζω, στριγγλίζω, φωνάζω, φωνάζουν, φωνάζει, φωνάξει, πρόσταγμα