Slå på græsk
Oversættelse: slå, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
χτυπώ, δέρνω, νικώ, σουξέ, απεργία, βαρώ, νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, κτυπήσει
Andre Sprog
Relaterede ord: slå
at slå op, imessage, slå antonymer, slå betydning, slå børn, slå sprog ordbog græsk, slå på græsk
Oversættelser
- slutning på græsk - λήξη, τέλος, συμπέρασμα, κατάληξη, άκρο, τέλη, σκοπό
- slutte på græsk - προκαλώ, συνάγω, συμπεραίνω, ένωση, ενταχθούν, συμμετάσχουν, ενταχθεί, ...
- slås på græsk - αγώνας, καταπολεμώ, μάχη, αγωνίζομαι, μάχομαι, πάλη, καταπολέμηση, ...
- slæde på græsk - έλκηθρο, έλκηθρου, για έλκηθρο, βαριοπούλες, ελκήθρων
Tilfældige ord
Slå på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: χτυπώ, δέρνω, νικώ, σουξέ, απεργία, βαρώ, νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, κτυπήσει
Oversættelser: χτυπώ, δέρνω, νικώ, σουξέ, απεργία, βαρώ, νικήσει, κτύπησε, χτύπησαν, κερδίσει, κτυπήσει