Stadig på græsk
Oversættelse: stadig, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ήρεμος, γαλήνιος, ακίνητος, αδιάκοπος, συνεχής, ακόμη, ακόμα, εξακολουθεί, εξακολουθεί να, εξακολουθούν
Andre Sprog
Relaterede ord: stadig
det slører stadig, det støver stadig, dr2, stadig alice, stadig antonymer, stadig sprog ordbog græsk, stadig på græsk
Oversættelser
- spørgsmål på græsk - ζήτημα, έρευνα, ανακρίνω, ανάκριση, ερώτηση, ερώτημα, θέματα, ...
- stabil på græsk - στάβλος, σταθερός, σταθερή, σταθερό, σταθερά, σταθερές
- stakit på græsk - ξιφασκία, φράχτης, φράκτης, φράχτη, φράκτη, περίφραξη, περίφραξης
- stamme på græsk - προβοσκίδα, μίσχος, στείρα, μπαούλο, φυλή, σεντούκι, στέλεχος, ...
Tilfældige ord
Stadig på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ήρεμος, γαλήνιος, ακίνητος, αδιάκοπος, συνεχής, ακόμη, ακόμα, εξακολουθεί, εξακολουθεί να, εξακολουθούν
Oversættelser: ήρεμος, γαλήνιος, ακίνητος, αδιάκοπος, συνεχής, ακόμη, ακόμα, εξακολουθεί, εξακολουθεί να, εξακολουθούν