Trøst på græsk

Oversættelse: trøst, Ordbog: dansk » græsk

Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
Trøst på græsk
Andre Sprog

Relaterede ord: trøst

arkitektens trøst, danmarks trøst, trøst antonymer, trøst baby, trøst betydning, trøst sprog ordbog græsk, trøst på græsk

Oversættelser

  • træning på græsk - εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
  • trættende på græsk - ανιαρός, μουντός, βαρετός, μουχρός, πληκτικός, κουραστικός, κουραστική, ...
  • trøste på græsk - παρηγορώ, άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των
  • tuberkulose på græsk - φθίση, κατανάλωση, φυματίωση, φυματίωσης, της φυματίωσης, τη φυματίωση, tuberculosis
Tilfældige ord
Trøst på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: άνεση, άνεσης, την άνεση, ανέσεις, άνεση των