Uddannelse på græsk
Oversættelse: uddannelse, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
μόρφωση, εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
Andre Sprog
Relaterede ord: uddannelse
gymnasial uddannelse, job, min uddannelse, pædagog, pædagog uddannelse, uddannelse sprog ordbog græsk, uddannelse på græsk
Oversættelser
- udbytte på græsk - αξιοποιώ, μέρισμα, μερίσματος, μερισμάτων, μερίσματα, μερισματική
- uddanne på græsk - τρένο, εκπαιδεύω, αναπτύσσομαι, αμαξοστοιχία, αναπτύσσω, μορφώνω, τραίνο, ...
- uddrag på græsk - αποσπώ, εκχύλισμα, αποσπάσματα, αποσπασμάτων, μερική μετάδοση, τα αποσπάσματα
- uddød på græsk - νεκρός, πεθαμένος, εκλείψει, εξαφανιστεί, εξαφανισμένο, εξαφανίστηκαν, εξαφάνιση
Tilfældige ord
Uddannelse på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: μόρφωση, εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
Oversættelser: μόρφωση, εκπαίδευση, προπόνηση, προπονούμενος, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση