Ydmyghed på græsk
Oversættelse: ydmyghed, Ordbog: dansk » græsk
Kilde sprog:
dansk
Målrettet sprog:
græsk
Oversættelser:
ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
Relaterede ord
Andre Sprog
Relaterede ord: ydmyghed
ydmyghed antonymer, ydmyghed betyder, ydmyghed betydning, ydmyghed citat, ydmyghed definition, ydmyghed sprog ordbog græsk, ydmyghed på græsk
Oversættelser
- yakokse på græsk - βους του Θιβέτ ή των ινδίων, YAK, βούβαλου, γιακ, βούβαλου του
- yard på græsk - αυλή, προαύλιο, ναυπηγείο, κήπου, ναυπηγείου, αυλής
- ynde på græsk - μαγεύω, θέλγω, γοητεύω, χάρη, χάριτος, τη χάρη, χάρης, ...
- yoga på græsk - γιόγκα, της γιόγκα, γιόγκας, η γιόγκα
Tilfældige ord
Ydmyghed på græsk - Ordbog: dansk » græsk
Oversættelser: ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα
Oversættelser: ταπεινοφροσύνη, ταπεινότητα, ταπεινότητας, ταπεινοφροσύνης, την ταπεινότητα