Vaidlema kreeka keeles

Tõlge: vaidlema, Sõnastik: eesti » kreeka

Lähtekeel:
eesti
Soovitud keel:
kreeka
Tõlked:
επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, διαφωνώ, διαφωνία, συζήτηση, διεκδικώ, διένεξη, υποστηρίζουν, ισχυρίζονται, υποστηρίξει, υποστηρίζει, υποστηρίξουν
Vaidlema kreeka keeles
Seotud sõnad
Teised keeled

Seotud sõnad: vaidlema

vaidlema antonüümid, vaidlema eesti, vaidlema grammatika, vaidlema inglise keeles, vaidlema ristsõna, vaidlema sõnastik kreeka, vaidlema kreeka keeles

Tõlked

  • vaid kreeka keeles - όμως, αλλά, αποκλειστικά, μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, ...
  • vaidleja kreeka keeles - συζητητής, συζητητή
  • vaidlus kreeka keeles - διαμάχη, διένεξη, διαφοράς, διαφορά, διαφορών
  • vaidlushimuline kreeka keeles - αμφιλεγόμενος, ερειστικός, διαλεκτικός, επιχειρηματολογική, διαλεκτικοί, επιχειρηματολογικών, διαλεκτικό
Juhuslikud sõnad
Vaidlema kreeka keeles - Sõnastik: eesti » kreeka
Tõlked: επιχειρηματολογώ, διαπληκτίζομαι, διαφωνώ, διαφωνία, συζήτηση, διεκδικώ, διένεξη, υποστηρίζουν, ισχυρίζονται, υποστηρίξει, υποστηρίζει, υποστηρίξουν