Air-operated in greek
Translation: air-operated, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
λειτουργούν με πεπιεσμένο αέρα, λειτουργεί με αέρα, του αέρα που λειτουργούν, που λειτουργεί με αέρα, λειτουργούντος με αέρα
Other Languages
Related words: air-operated
air-operated language dictionary greek, air-operated in greek
Translations
- air-mobility in greek - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
- air-monger in greek - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
- air-permeable in greek - διαπερατό από αέρα, διαπερατό από τον αέρα, διαπερατού από αέρα, αεροδιαπερατό, επιτρέπει τη διέλευση αέρα
- air-plane in greek - air-, αέρα, στον αέρα, αέρος
Random words
Air-operated in greek - Dictionary: english » greek
Translations: λειτουργούν με πεπιεσμένο αέρα, λειτουργεί με αέρα, του αέρα που λειτουργούν, που λειτουργεί με αέρα, λειτουργούντος με αέρα
Translations: λειτουργούν με πεπιεσμένο αέρα, λειτουργεί με αέρα, του αέρα που λειτουργούν, που λειτουργεί με αέρα, λειτουργούντος με αέρα