Boldfaced in greek

Translation: boldfaced, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
τυπογραφικά στοιχεία, με τυπογραφικά στοιχεία, τυπογραφικά, με τυπογραφικά
Boldfaced in greek
Other Languages

Related words: boldfaced

boldfaced language dictionary greek, boldfaced in greek

Translations

  • boldest in greek - πιο τολμηρές, πιο τολμηροί, τολμηρότερες, πιο τολμηρή, πιο τολμηρούς
  • boldface in greek - έντονους, έντονους χαρακτήρες, έντονη γραφή, με έντονους χαρακτήρες, έντονα γράμματα
  • boldly in greek - γενναία, θαρραλέα
  • boldness in greek - τόλμη, την τόλμη, παρρησία, θάρρος, τόλμης
Random words
Boldfaced in greek - Dictionary: english » greek
Translations: τυπογραφικά στοιχεία, με τυπογραφικά στοιχεία, τυπογραφικά, με τυπογραφικά