Catalogued in greek
Translation: catalogued, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
καταλογογράφησης, καταλογογραφηθεί, αρχειοθετηθεί, καταγραφεί, σε καταλόγους
Other Languages
Related words: catalogued
cataloged catalogued, cataloged, catalogued language dictionary greek, catalogued in greek
Translations
- cataleptic in greek - καταληπτικός, καταληπτικών, καταληπτικές, καταληπτικό, καταληπτική
- catalogue in greek - κατάλογος, κατάλογό, κατάλογο, καταλόγου, ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ
- cataloguer in greek - ταξινομών, καταλέγων, καταλογογράφο
- catalogues in greek - κατάλογοι, καταλόγους, καταλόγων, τους καταλόγους, των καταλόγων
Random words
Catalogued in greek - Dictionary: english » greek
Translations: καταλογογράφησης, καταλογογραφηθεί, αρχειοθετηθεί, καταγραφεί, σε καταλόγους
Translations: καταλογογράφησης, καταλογογραφηθεί, αρχειοθετηθεί, καταγραφεί, σε καταλόγους