Colonial in greek

Translation: colonial, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποικιακός
Colonial in greek
Related words
Other Languages

Related words: colonial

colonial heights, colonial life, colonial williamsburg, colonial heights va, colonial america, colonial language dictionary greek, colonial in greek

Translations

  • colonel in greek - συνταγματάρχης, συνταγματάρχη, Ο συνταγματάρχης, τον συνταγματάρχη, συνταγματάρχης του
  • colonelcy in greek - αξίωμα του συνταγματάρχη
  • colonialism in greek - αποικιοκρατία, αποικιοκρατίας, την αποικιοκρατία, της αποικιοκρατίας, η αποικιοκρατία
  • colonialist in greek - αποικιοκράτης, αποικιοκρατική, αποικιοκρατικής, αποικιοκρατικά, αποικιοκρατικών
Random words
Colonial in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποικιακός