Conurbation in greek
Translation: conurbation, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αστικό κέντρο, πολεοδομικό συγκρότημα, αστικό συγκρότημα, το αστικό συγκρότημα, αστικού συγκροτήματος
Other Languages
Related words: conurbation
conurbation language dictionary greek, conurbation in greek
Translations
- conundrum in greek - γρίφος, αίνιγμα, το αίνιγμα, γρίφο, γρίφου
- conundrums in greek - αινίγματα, γρίφους, σπαζοκεφαλιές, αινιγμάτων
Random words
Conurbation in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αστικό κέντρο, πολεοδομικό συγκρότημα, αστικό συγκρότημα, το αστικό συγκρότημα, αστικού συγκροτήματος
Translations: αστικό κέντρο, πολεοδομικό συγκρότημα, αστικό συγκρότημα, το αστικό συγκρότημα, αστικού συγκροτήματος