Countered in greek

Translation: countered, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αντιμετωπιστεί, αντιμετωπιστούν, αντιμετωπίζεται, αντιμετωπισθεί, καταπολεμηθεί
Countered in greek
Other Languages

Related words: countered

countered language dictionary greek, countered in greek

Translations

  • counterclaim in greek - ανταπαίτηση, ανταγωγή, ανταγωγής, την ανταγωγή
  • counterculture in greek - αντικουλτούρα, αντικουλτούρας, αντικουλτούρας της
  • counterespionage in greek - αντικατασκοπείας, σε Αντικατασκοπεία, Αντικατασκοπεία, αντικατασκοπείας του
  • counterevidence in greek - ανταπόδειξης, της ανταπόδειξης, ανταποδείξεων
Random words
Countered in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αντιμετωπιστεί, αντιμετωπιστούν, αντιμετωπίζεται, αντιμετωπισθεί, καταπολεμηθεί