Decimating in greek

Translation: decimating, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αποδεκατίζοντας, αποδεκατίζει, αποδεκατίζουν, τον αποδεκατισμό, αποδεκατίζει τις
Decimating in greek
Other Languages

Related words: decimating

decimating language dictionary greek, decimating in greek

Translations

  • decimated in greek - αποδεκατιστεί, αποδεκάτισε, αποδεκατισμένη, αποδεκατίστηκε, αποδεκατίσει
  • decimates in greek - αποδεκατίζει, αποδεκατίζει τα, αποδεκατίζει το, δεκατίζει
  • decimation in greek - αποδεκάτιση, αποδεκάτισμα, δεκαδικοποίησης, αποδεκάτισης, αποδεκατισμό
Random words
Decimating in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αποδεκατίζοντας, αποδεκατίζει, αποδεκατίζουν, τον αποδεκατισμό, αποδεκατίζει τις