Desensitization in greek
Translation: desensitization, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απευαισθητοποίηση, απευαισθητοποίησης, την απευαισθητοποίηση, αποευαισθητοποίηση, η απευαισθητοποίηση
Other Languages
Related words: desensitization
systematic desensitization, systematic, desensitization therapy, eye desensitization, eye movement, desensitization language dictionary greek, desensitization in greek
Translations
- deselected in greek - αποεπιλεχθεί, αποεπιλέγεται, αποεπιλεγμένα, αποεπιλεγεί, αποεπιλεγμένο
- desensitise in greek - απευαισΟητοποιήσει, απευαισθητοποιούν, απευαισθητοποιεί, απευαισθητοποιήσει, απευαισθητοποιηθεί
- desensitize in greek - αποτραχύνω, αποευαισθητοποιεί, απευαισθητοποιούν, απευαισθητοποιήσουν, απευαισθητοποιήσει
- desensitized in greek - απονευρωμένους, απευαισθητοποιημένο, απευαισθητοποιημένα, απαευαισθητοποιημένα, απευαισθητοποιημένου
Random words
Desensitization in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απευαισθητοποίηση, απευαισθητοποίησης, την απευαισθητοποίηση, αποευαισθητοποίηση, η απευαισθητοποίηση
Translations: απευαισθητοποίηση, απευαισθητοποίησης, την απευαισθητοποίηση, αποευαισθητοποίηση, η απευαισθητοποίηση