Disguising in greek
Translation: disguising, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
απόκρυψη, συγκαλύπτουν, μεταμφίεση, συγκάλυψη, οποία συγκαλύπτουν
Other Languages
Related words: disguising
disguising a turkey, disguising language dictionary greek, disguising in greek
Translations
- disguised in greek - συγκεκαλυμμένο, μεταμφιεσμένοι, συγκαλυμμένο, μεταμφιεσμένος, συγκεκαλυμμένη
- disguises in greek - μεταμφιέσεις, μεταμφιέσεων, παραποιούν, τις μεταμφιέσεις, προσωπεία
- disgust in greek - φρίκη, αηδία, αηδιάζουν, αηδιάσει, σιχασιά
- disgusted in greek - αηδιάζων, αηδιασμένος, αηδία, αηδιασμένη, αηδιάσει
Random words
Disguising in greek - Dictionary: english » greek
Translations: απόκρυψη, συγκαλύπτουν, μεταμφίεση, συγκάλυψη, οποία συγκαλύπτουν
Translations: απόκρυψη, συγκαλύπτουν, μεταμφίεση, συγκάλυψη, οποία συγκαλύπτουν