Excusing in greek
Translation: excusing, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
δικαιολογία, δικαιολογεί τη μη, καθιστούν συγγνωστή, ικανά να δικαιολογήσουν, ικανά να δικαιολογήσουν τη
Other Languages
Related words: excusing
excusing language dictionary greek, excusing in greek
Translations
- excused in greek - συγχωρείται, απαλλαγεί, δικαιολογημένη, να απαλλαγεί, δικαιολογούνται
- excuses in greek - δικαιολογίες, δικαιολογία, δικαιολογίες για, τις δικαιολογίες, δικαιολογιών
Random words
Excusing in greek - Dictionary: english » greek
Translations: δικαιολογία, δικαιολογεί τη μη, καθιστούν συγγνωστή, ικανά να δικαιολογήσουν, ικανά να δικαιολογήσουν τη
Translations: δικαιολογία, δικαιολογεί τη μη, καθιστούν συγγνωστή, ικανά να δικαιολογήσουν, ικανά να δικαιολογήσουν τη