Fellow in greek
Translation: fellow, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συνάδελφος, άντρας, τύπος, τους συναδέλφους, συναδέλφους, συμπολίτες, συντροφικό, συναδέλφων
Other Languages
Related words: fellow
fellow fellow, a fellow, my fellow, research fellow, good fellow, fellow language dictionary greek, fellow in greek
Translations
- felling in greek - υλοτόμηση, υλοτομία, κοπή, υλοτόμησης, υλοτομίας
- fellow-citizen in greek - συμπολίτη, συμπολίτης, του συμπολίτη
- fellow-countryman in greek - συμπατριώτη, συμπατριώτη του, τον συμπατριώτη, Πατριώτη
Random words
Fellow in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συνάδελφος, άντρας, τύπος, τους συναδέλφους, συναδέλφους, συμπολίτες, συντροφικό, συναδέλφων
Translations: συνάδελφος, άντρας, τύπος, τους συναδέλφους, συναδέλφους, συμπολίτες, συντροφικό, συναδέλφων