Impale in greek
Translation: impale, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
παλουκώνω, ανασκολοπίζω, διατρυπώ, σουβλιστείς, ανασκολοπίσει
Other Languages
Related words: impale
impale game, impale 2, impale games, zombie impale, impaled, impale language dictionary greek, impale in greek
Translations
- impairments in greek - απομειώσεις, διαταραχές, βλάβες, απομειώσεων, όρασης
- impairs in greek - βλάπτει, εξασθενεί, δε μειώνει, μειώνει τη συνολική αποτελεσματικότητα, δεν μειώνει τη συνολική
- impaled in greek - ανασκολοπίζεται, ανασκολοπίστηκε, παλουκώθηκαν, ανασκολόπισε
- impalement in greek - ανασκολόπιση, ανασκολοπισμός, ανασκολοπισμό
Random words
Impale in greek - Dictionary: english » greek
Translations: παλουκώνω, ανασκολοπίζω, διατρυπώ, σουβλιστείς, ανασκολοπίσει
Translations: παλουκώνω, ανασκολοπίζω, διατρυπώ, σουβλιστείς, ανασκολοπίσει