Imputable in greek

Translation: imputable, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
καταλογιστούν, καταλογιστεί, που μπορεί να καταλογιστεί, μπορεί να καταλογιστεί, να καταλογιστούν
Imputable in greek
Other Languages

Related words: imputable

imputable language dictionary greek, imputable in greek

Translations

  • impurities in greek - ακαθαρσίες, προσμίξεις, προσμείξεις, ακαθαρσιών, προσμείξεων
  • impurity in greek - ακαθαρσία
  • imputations in greek - καταλογισμοί, τεκμαρτές, τεκμαρτές εκτιμήσεις, υπολογισμοί κατά τεκμήριο, τις τεκμαρτές εκτιμήσεις
Random words
Imputable in greek - Dictionary: english » greek
Translations: καταλογιστούν, καταλογιστεί, που μπορεί να καταλογιστεί, μπορεί να καταλογιστεί, να καταλογιστούν