Infects in greek

Translation: infects, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
μολύνει, μολύνει ο
Infects in greek
Other Languages

Related words: infects

the infects, bacteriophage, infects language dictionary greek, infects in greek

Translations

  • infectively in greek - μολυσματικότητας, μολυσματικά, μολυσματικότητας της, παράγοντες μολυσματικότητας, παράγοντες μολυσματικότητας της
  • infectivity in greek - μολυσματικότητα, μολυσματικότητας, τη μολυσματικότητα, της μολυσματικότητας, μολυσματικότητα του
  • infelicitous in greek - ατυχής, ανεπιτυχής, ατυχή επιλογή, ατυχή, ατυχείς
Random words
Infects in greek - Dictionary: english » greek
Translations: μολύνει, μολύνει ο