Marginality in greek
Translation: marginality, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
περιθωριοποίησης, περιθωριοποίηση, της περιθωριοποίησης, περιθωριακότητα, η περιθωριοποίηση
Other Languages
Related words: marginality
social marginality, marginality definition, what is marginality, marginality language dictionary greek, marginality in greek
Translations
- marginal-problem in greek - οριακού, του οριακού, οριακού προϊόντος, του οριακού προϊόντος
- marginalize in greek - περιθωριοποιήσει, περιθωριοποιούν, περιθωριοποιήσουν, να περιθωριοποιήσει, περιθωριοποιήσει τους
- marginalized in greek - περιθωριοποιημένων, περιθωριοποιημένες, περιθωριοποιημένοι, περιθωριοποιούνται, περιθωριοποιηθεί
Random words
Marginality in greek - Dictionary: english » greek
Translations: περιθωριοποίησης, περιθωριοποίηση, της περιθωριοποίησης, περιθωριακότητα, η περιθωριοποίηση
Translations: περιθωριοποίησης, περιθωριοποίηση, της περιθωριοποίησης, περιθωριακότητα, η περιθωριοποίηση