Minimized in greek

Translation: minimized, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ελαχιστοποιείται, ελαχιστοποιηθεί, ελαχιστοποιούνται, ελαχιστοποιηθούν, ελαχιστοποίηση
Minimized in greek
Other Languages

Related words: minimized

start minimized, run minimized, windows open minimized, windows start minimized, minimized image recovery, minimized language dictionary greek, minimized in greek

Translations

  • minimization in greek - ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποίησης, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποίησης του, η ελαχιστοποίηση
  • minimize in greek - ελαχιστοποιώ, ελαχιστοποίηση, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποιούν, ελαχιστοποίηση των, ελαχιστοποιηθεί
  • minimizes in greek - ελαχιστοποιεί, ελαχιστοποιεί την, ελαχιστοποιούν, ελαχιστοποιεί το, ελαχιστοποιεί τις
  • minimizing in greek - ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποιώντας, ελαχιστοποίηση των, την ελαχιστοποίηση, ελαχιστοποίησης
Random words
Minimized in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ελαχιστοποιείται, ελαχιστοποιηθεί, ελαχιστοποιούνται, ελαχιστοποιηθούν, ελαχιστοποίηση