Modicum in greek

Translation: modicum, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
μικρή ποσότητα, λίγη, ψήγμα, στοιχειώδεις
Modicum in greek
Other Languages

Related words: modicum

definition modicum, modicum define, a modicum, definition of modicum, modicum crossword, modicum language dictionary greek, modicum in greek

Translations

  • modestly in greek - σεμνά, μέτρια, συγκρατημένα, μετρίως, συγκρατημένη
  • modesty in greek - σεμνότητα, ταπεινοφροσύνη, απλότητα, μετριοφροσύνη, μετριοπάθεια, σεμνότητας, τη σεμνότητα
  • modifiable in greek - τροποποιήσιμο, τροποποιήσιμοι, τροποποιήσιμους, τροποποιήσιμες, τροποποιήσιμων
  • modification in greek - τροποποίηση, τροποποίησης, την τροποποίηση, τροποποιήσεις, τροποποίηση που
Random words
Modicum in greek - Dictionary: english » greek
Translations: μικρή ποσότητα, λίγη, ψήγμα, στοιχειώδεις