Re-establishing in greek
Translation: re-establishing, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
περί αποκαταστάσεως, αποκατάσταση, αποκαταστάσεως, την αποκατάσταση, για αποκατάσταση
Other Languages
Related words: re-establishing
re-establishing language dictionary greek, re-establishing in greek
Translations
- re-entry in greek - επανεισόδου, επανείσοδος, επανείσοδο, την επανείσοδο, επανεισαγωγή
- re-establish in greek - αποκατάσταση, αποκατασταθεί, αποκαταστήσει, αποκαταστήσουν, αποκατασταθεί η
- re-establishment in greek - αποκατάσταση, αποκατάστασης, επανίδρυση, ανασύσταση, την αποκατάσταση
- re-examination in greek - επανεξέταση, επανεξέτασης, επανεξετάσεως, την επανεξέταση, απλή επανεξέταση
Random words
Re-establishing in greek - Dictionary: english » greek
Translations: περί αποκαταστάσεως, αποκατάσταση, αποκαταστάσεως, την αποκατάσταση, για αποκατάσταση
Translations: περί αποκαταστάσεως, αποκατάσταση, αποκαταστάσεως, την αποκατάσταση, για αποκατάσταση