Remodelled in greek
Translation: remodelled, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ανακαινισμένο, αναδιαμόρφωση, ανακαινιστεί, ανακαινίστηκε, αναδιαμορφώνεται
Other Languages
Related words: remodelled
remodelled language dictionary greek, remodelled in greek
Translations
- remnants in greek - απομεινάρια, υπολείμματα, κατάλοιπα, ερείπια, λείψανα
- remodel in greek - μεταποιώ, αναδιαμορφώνει, αναδιαμορφώσετε, αναδιαμορφωθεί, αναδιαμορφώσει
- remodelling in greek - αναδιαμόρφωση, αναδιαμόρφωσης, ανάπλαση, την αναδιαμόρφωση, ανακατασκευής
- remodels in greek - αναδιαμορφώνει, ανακατασκευάζεται, ανακατασκευές, αναπλάθονται
Random words
Remodelled in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ανακαινισμένο, αναδιαμόρφωση, ανακαινιστεί, ανακαινίστηκε, αναδιαμορφώνεται
Translations: ανακαινισμένο, αναδιαμόρφωση, ανακαινιστεί, ανακαινίστηκε, αναδιαμορφώνεται