Retrievals in greek
Translation: retrievals, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ανακτήσεις, ανακτήσεων, ανάκτησης δεδομένων, ανακτήσεων δεδομένων, ανακτήσεις δεδομένων
Other Languages
Related words: retrievals
golden retrievals, retrievals language dictionary greek, retrievals in greek
Translations
- retrievable in greek - ανακτήσιμη, ανακτήσιμες, ανακτήσιμα, ανακτήσιμο, ανακτηθούν
- retrieval in greek - ανάκτηση, ανάκτησης, την ανάκτηση, η ανάκτηση
- retrieve in greek - σώζω, ανακτώ, επαναφέρω, ανάκτηση, ανακτήσετε, ανακτήσει, την ανάκτηση, ...
- retrieved in greek - ανακτηθεί, ανακτώνται, ανάκτηση, ανακτηθούν, ανακτάται
Random words
Retrievals in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ανακτήσεις, ανακτήσεων, ανάκτησης δεδομένων, ανακτήσεων δεδομένων, ανακτήσεις δεδομένων
Translations: ανακτήσεις, ανακτήσεων, ανάκτησης δεδομένων, ανακτήσεων δεδομένων, ανακτήσεις δεδομένων