Satisfyingly in greek

Translation: satisfyingly, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ικανοποιητικώς, ικανοποιητικά, ικανοποιηηική, Απολαυστικά
Satisfyingly in greek
Other Languages

Related words: satisfyingly

satisfyingly language dictionary greek, satisfyingly in greek

Translations

  • satisfy in greek - ικανοποιώ, χορταίνω, ικανοποιούν, Ικανοποιήστε, να πείθει
  • satisfying in greek - ικανοποιητική, ικανοποίηση, ικανοποιητικό, ικανοποιεί, ικανοποιώντας
  • satrap in greek - σατράπης, σατράπη, το σατράπη
  • satrapy in greek - σατραπεία, σατραπείας, τη σατραπεία, σατραπεία του, σατραπείας της
Random words
Satisfyingly in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ικανοποιητικώς, ικανοποιητικά, ικανοποιηηική, Απολαυστικά