Self-aggrandizement in greek
Translation: self-aggrandizement, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
αυτοεπιβεβαίωση, προσωπική τους άνοδο, την προσωπική τους άνοδο
Other Languages
Related words: self-aggrandizement
self-aggrandizement language dictionary greek, self-aggrandizement in greek
Translations
- self-advertising in greek - αυτο-, μη
- self-affirmation in greek - αυτο-επιβεβαίωση, αυτοεπιβεβαίωση, αυτοβεβαίωσης
- self-aligning in greek - αυτοευθυγράμμιση, αυτοευθυγραμμιζόμενο, αυτοευθυγραμμίσεως, αυτευθυγράμμι, αυτοευθυγραμμίζεται
- self-analysis in greek - αυτο-ανάλυση, αυτοανάλυση, αυτοανάλυσης, ανάλυσης του εαυτού, την αυτοανάλυση
Random words
Self-aggrandizement in greek - Dictionary: english » greek
Translations: αυτοεπιβεβαίωση, προσωπική τους άνοδο, την προσωπική τους άνοδο
Translations: αυτοεπιβεβαίωση, προσωπική τους άνοδο, την προσωπική τους άνοδο