Serviceability in greek

Translation: serviceability, Dictionary: english » greek

Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
συντήρησης, λειτουργικότητα, λειτουργικότητας, λειτουργικότητά, η λειτουργικότητά
Serviceability in greek
Other Languages

Related words: serviceability

serviceability language dictionary greek, serviceability in greek

Translations

  • service-man in greek - υπηρεσία, υπηρεσίας, υπηρεσιών, εξυπηρέτηση, εξυπηρέτησης
  • service-tree in greek - υπηρεσία, υπηρεσίας, υπηρεσιών, εξυπηρέτηση, εξυπηρέτησης
  • serviceable in greek - επισκευαστούν, να επισκευαστούν, επισκευαστούν από, να επισκευαστούν από, σέρβις
  • serviceableness in greek - χρησιμότης
Random words
Serviceability in greek - Dictionary: english » greek
Translations: συντήρησης, λειτουργικότητα, λειτουργικότητας, λειτουργικότητά, η λειτουργικότητά