Shipbuilding in greek
Translation: shipbuilding, Dictionary: english » greek
Source language:
english
Target language:
greek
Translations:
ναυπηγική, ναυπηγική βιομηχανία, ναυπηγικής, ναυπηγικής βιομηχανίας, ναυπηγικές
Other Languages
Related words: shipbuilding
shipbuilding news, newport shipbuilding, newport news shipbuilding, ingalls, ingalls shipbuilding, shipbuilding language dictionary greek, shipbuilding in greek
Translations
- shipbuilder in greek - ναυπηγός, ναυπηγική, ναυπηγική εταιρεία, ναυπηγικής, ναυπηγικής εταιρείας
- shipbuilders in greek - ναυπηγοί, ναυπηγών, ναυπηγούς, ναυπηγικές, ναυπηγικές επιχειρήσεις
- shipload in greek - φορτίο πλοίου, καραβιά, συγκεκριμένου φορτίου, πλοία και κατευθύνονται
- shiploads in greek - καραβιές, φορτία πλοίου, πλοίων γεμάτων, πλοίων γεμάτων με
Random words
Shipbuilding in greek - Dictionary: english » greek
Translations: ναυπηγική, ναυπηγική βιομηχανία, ναυπηγικής, ναυπηγικής βιομηχανίας, ναυπηγικές
Translations: ναυπηγική, ναυπηγική βιομηχανία, ναυπηγικής, ναυπηγικής βιομηχανίας, ναυπηγικές